“I wear the black for the poor and beaten down… (and) for the prisoner who has long since served his time.” – (Johnny Ca

Φοράω τα μαύρα για τους φτωχούς και τους τσακισμενους...(και) για τον φυλακισμένο που έχει εδώ και καιρό εκτίσει την ποινή του.

Το ακόλουθο κείμενο γράφτηκε από διαφορετικούς ανθρώπους από την ριζοσπαστική αριστερά στην Γερμανία, που όπως πολλοί, έχουν διαφορετικές γνώμες και απόψεις για τα γεγονότα στις 2 του Ιούνη 2007. Μεταξύ μας έχουμε όμως κάτι κοινό: την θέληση να αντισταθούμε, που στην πρακτική της εφαρμογή, με διαφορετικές μορφές έκφρασης, είναι σεβαστή από όλους μας. Η δημόσια κατάδοση και η μονόπλευρη απόδοση ευθυνών δεν είναι τα μέσα που χρησιμοποιούμε. Με το κείμενο αυτό, θέλουμε περισσότερο να ασκήσουμε στον εαυτό μας θετική και αρνητική κριτική, καθώς και σε ανθρώπους με τους οποίους δουλέψαμε τα τελευταία 2,5 χρόνια πάνω σε ένα σχέδιο αντίστασης.

Η μεγάλη πορεία στις 2 του Ιούνη του 2007 στο Ροστόκ.

Η πορεία στις 2 του Ιούνη στο Ροστόκ ήταν μια επιτυχία. Όχι παρά την παρουσία αλλά εξαιτίας της παρουσίας του μαύρου μπλοκ και την μαζική άμυνα των διαφορετικών μπλοκ της πορείας. Οι συγκρούσεις με τους μπάτσους και η επίθεση στην τράπεζα κλπ. δημιούργησαν εικόνες που, χωρίς δυνατότητα παρερμηνείας, έδειχναν μια ριζοσπαστική κριτική των κυρίαρχων σχέσεων και μια απόρριψη της επίσημης συνάντησης των G8. Εκεί πήγε ένα πλήθος από ανθρώπους όχι για «να βρεθεί σε διάλογο», «να ακουστεί» ή «να κάνει δημιουργική κριτική» στους κυρίαρχους (που σημαίνει να θέλει να συμμετάσχει στην αξιοποίηση του κεφαλαίου).

Οι ταραχές του Ροστόκ ήταν ένα από τα λίγα μη ενσωματώσιμα ή παρερμηνεύσιμα σημεία ενάντια στην συνάντηση αυτών που αυτοανακλήθηκαν κυρίαρχοι του κόσμου. Έγινε επίθεση ενάντια σε σύμβολα του καπιταλιστικού συστήματος , είτε πρόκειται για τράπεζες ή για μπάτσους για να ειπωθεί «όχι», «όχι» σε ένα άδικο και καταπιεστικό παγκόσμιο οικονομικό σύστημα.
«Το να επιτεθούμε στον καπιταλισμό» - αυτό το σύνθημα εφαρμόστηκε έμπρακτα – σαν ένα ασυμφιλίωτο σημείο, φορέας του οποίου ήταν πολλές διεθνείς, αυτόνομες, αριστερές ριζοσπαστικές και αναρχικές ομάδες και ξεχωριστά άτομα. Εκεί δεν είμασταν μόνο «εμείς», οι άνθρωποι από μικρές ή μεγαλύτερες οργανωμένες συσπειρώσεις, το Σάββατο πήρε πολύς κόσμος οργισμένος μια πέτρα στα χέρια του

Οι ταραχές δεν ήταν μόνο να αντιμετωπιστούν σαν μια έκφραση της οργής ενάντια στην αλλαζονία της εξουσίας, που μέσα από το υπόβαθρο της αυξανόμενης κρατικής καταπίεσης, όπως οι έρευνες σε σπίτια στις 9 του Μάη 2007, τις μαζικές επιθέσεις ενάντια στο δικαίωμα της διαδήλωσης τα περασμένα χρόνια, όπως οι απαγόρευση της κάλυψης του προσώπου, οι βιντεοκάμερες, οι ειδικές δυνάμεις της αστυνομίας για συλλήψεις, ο περιορισμός των πανώ στα πλάγια των πορειών, οι προληπτικές έρευνες, οι περικυκλώσεις και σταμάτημα των πορειών κλπ., αλλά έκαναν την αντίσταση για την αστυνομία και τον κρατικό μηχανισμό απρόβλεπτη.

Αυτό το σημείο είχε σαν στρατηγικό στόχο να παρεμποδίσει τις μεγάλες συναντήσεις των κυρίαρχων (ΔΟΕ, G8, ΔΝΤ), να τις μπλοκάρει με αποτελεσματικότητα και τελικά να τις καταστήσει αδύνατες. Σαν άμεσο αποτέλεσμα, επίσης εξαιτίας των μαχητικών συγκρούσεων στο συνέδριο του ΔΟΕ στο Σηάτλ το 1999, την ημερίδα του ΔΝΤ και της διεθνούς τράπεζας στην Πράγα το 2000, και την συνάντηση κορυφής των G8 στην Γένοβα το 2001, οι χώρες των G8 αποφάσισαν, κατά την γνώμη μας να κάνουν τις παραπέρα συναντήσεις των G8 μακρυά από μεγάλες πόλεις και μητροπόλεις, σε υπαίθριες περιοχές με υποθετικά ασθενέστερο δυναμικό αντίστασης. Εάν μπορέσουμε να κρατήσουμε την αντίσταση στα επόμενα χρόνια σε μαζικότητα και ένταση, οι σύνοδοι των G8 θα μπορούν να συμβαίνουν μόνο στα ψηλά βουνά, στην ανταρκτική ή εικονικά.

Το εάν αυτό αρκεί σαν ερμηνεία για να αναιρέσει την λάθος συμπεριφορά ξεχωριστών ατόμων που «σαρώθηκαν» από τα ΜΜΕ, είναι αμφίβολο. Πολύ περισσότερο παραμένει για να εξεταστεί πως είναι δυνατόν κάποιος να μπορεί να ξεφύγει από συμμαχιες μιας λογικής συμμαχιων που φτάνουν μέχρι το αστικό κέντρο, και που τον υποχρεώνουν να αποστασιοποιηθεί από αριστερούς ριζοσπαστικούς αγώνες. Από κάθε άποψη φάνηκε ότι η αποφυγή της συζήτησης για την μαχητικότητα στον κύκλο των οργανωτών της μεγάλης πορείας, δεν ήταν μια κατάλληλη επιλογή. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για μας τους αυτόνομους.

Η αντιπαράθεση για την αποδοχή της μαχητικής αντίστασης είναι ένας σημαντικός αγώνας ηγεμονίας σε ένα αντικρατικό προσανατολισμό. Και ο αγώνας για την αναγνώριση της μαχητικής αντίστασης είναι πάντα ταυτόχρονα ο αγώνας επίσης για την αναγνώριση της ίδιας της βίαιης μορφολογίας της εξουσίας. Μια διαδικασία του να πάρουμε τον εαυτό μας σοβαρά απέναντι στην φλυαρία για το ρατσιστικό καθεστώς των συνόρων, της ανελέητης διαδικασίας αξιοποίησης του κεφαλαίου και των επιθετικών πολέμων, σημαίνει επίσης μαχητική αντίσταση. Πρόκειται εδώ μάλιστα για ακόμα για ένα συμβολικό αγώνα. Πέτρες σε βιτρίνες καταστημάτων ή βαρειά θωρακισμένους μπάτσους δεν σημαίνει τσάκισμα του καπιταλισμού. Είναι ένα ασυμβίβαστο σημείο σε ένα απάνθρωπο σύστημα. Τίποτα περισσότερο, αλλά και τίποτα λιγότερο.

Ποιό καλοπροαίρετο αλλά το ίδιο αποστασιοποιητικό είναι το «οι μπάτσοι έκαναν την αρχή».

Γνωρίζουμε ότι η αστυνομία διαθέτει πολλές δυνατότητες για χειραγώγηση και ότι τις εξασκεί: προβοκάτορες, άμεσες επιθέσεις για το παραμικρό, (μαύρο καπελάκι του μπεϊσμπολ, ή μαύρο μαντήλι) ή στημένα συμβάντα. Όλα αυτό έγιναν στο Ροστόκ.
Σε αυτά προστίθενται τα ΜΜΕ που κατόπιν χωρίς σχεδόν καμιά εξαίρεση διαδίδουν αμέσως κάθε ηλίθιο και θρασύ ψέμα των μπάτσων. Στην μεγάλη πορεία τραυματίστηκαν 400 μπάτσοι από τους οποίους 30 σοβαρά – αργότερα διαπιστώθηκε ότι: ήταν 30 από τους οποίους 2 σοβαρά, υποτιθέμενες απόπειρες με οξέα από τον στρατό των εξεγερμένων κλόουν σε ξεχωριστούς μπάτσους, στην πραγματικότητα ήταν σαπουνάδα με την οποία κάναν σαπουνόφουσκες. Η αστυνομία αρνήθηκε την χρήση προβοκατόρων στην διάρκεια της συνάντησης, απόσπασμα από την δήλωση του εκπροσώπου τύπου της αστυνομίας: «δεν υπάρχουν αστυνομικοί υπάλληλοι με πολιτικά στην διαδήλωση», ενώ την ίδια μέρα εμφανίστηκαν περισσότερα βίντεο που αποκάλυπταν αστυνομικούς υπαλλήλους από την Βρέμη ντυμένους στα μαύρα.
Υπάρχουν ακόμα πολλά παραδείγματα του ότι μας επιτίθενται συχνά, αλλά δεν επιτρέπεται σε κάθε πορεία να βγαίνει σαν (μοναδική) διακαιολόγηση της μαχητικής αντίστασης.

Δεν πρέπει να ζητάμε συγγνώμη όταν αμφισβητούμε το κρατικό μονοπώλιο της βίας και εξουσίας. Θέλαμε να επιτεθούμε και το κάναμε και στο Ροστόκ επίσης, αν και ο τόπος και ο χρόνος δεν είχαν επιλεχθεί από εμάς! Ήδη κατά τις διαμαρτυρίες ενάντια στην ημερίδα της ΔΟΕ στο Σηάτλ, στο οποίο αναφέρονται τόσο πολλοί από το κίνημα της αντιπαγκοσμιοποίησης, μια αναρχική ομάδα, η κολλεκτίβα ACME, στις 4. 12. 1999, σε μια αποκαλούμενη «ανακοίνωση του μπλακ μπλοκ» με τον τίτλο «αγροτική εξέγερση», θεμελιώνει αναλυτικά γιατί ήταν απαραίτητο και θεμιτό να επιτεθεί κανείς στο Σηάτλ σε σύμβολα του καπιταλισμού και να σπάσουν βιτρίνες πολυεθνικών εταιρειών όπως οι Bank of America, US Bancorp, GAP, Starbucks, Mc Donalds, Nike Town, Levis, κλπ.

Επιτέλους μια δημιουργική κριτική

Σημαντικότερα από το κύμα αποστασιοποιήσεων πρέπει να είναι για μας άλλα σημεία κριτικής. Ναι, δεν πήγαν όλα καλά στο Ροστόκ. Καλά θα ήταν για παράδειγμα, εάν το μπλοκ «Make capitalism history» δεν διαλυόταν στο τέλος της πορείας και πριν την επίθεση των διμοιριών επίθεσης της βερολινέζικης αστυνομίας, αλλά συγκροτημένο και κύρια αποφασισμένα κινειόταν προς την κατεύθυνση του κέντρου της πόλης.

Πολλοί αγωνιστές ακολούθησαν το μπλοκ «Make capitalism history» που οργανώθηκε από την «παρεμβατική αριστερά» (IL) Αυτό το μπλοκ ήταν οργανωμένο σαν «κλειστό» μαύρο μπλοκ ανοικτό σε όλες τις αναρχικές και αυτόνομες ομάδες.
Το σχέδιο διευκόλυνε την κατοπινή κοινή αγωνιστική στάση και την έκανε εφικτή. Στον ξεκάθαρο χαρακτήρα συμβάλανε και οι αφίσες για την κινητοποίηση του χώρου της IL με διαδηλωτές και διαδηλώτριες με σκεπασμένα πρόσωπα και κράνη σαν μοτίβο των αφισών.
Ήδη κατά την διάρκεια και κύρια μετά τις επιθέσεις ενάντια στην αστυνομία και τις τράπεζες υπήρξαν απελπισμένες απόπειρες αποστασιοποίησης από εκπροσώπους διαφορετικών οργανώσεων, που συνδιοργάνωσαν επίσης την μεγάλη πορεία, ή που είχαν προετοιμάσει τα μπλόκα για τις επόμενες μέρες. Μαζί με τον επίσημο τύπο, προσπάθησαν πολλοί να αποπολιτικοποιήσουν την αγωνιστική μορφή αντίστασης. Σαν αποτέλεσμα της αποστασιοποίησης τα επίσημα ΜΜΕ αναφέρθηκαν στην «βία», που είναι μόνο αυτονόητα θεμιτή, όταν ξεκινάει από το κράτος. Σε τελικά είναι ένα παλιό και γνωστό παιχνίδι και από τον Spiegel, την Frankfurter Allgemeine Zeitung και την Tageszeitung, δεν μπορεί να περιμένει κανείς κάτι διαφορετικό. Έτσι η δήλωση με το περιεχόμενο «Make capitalism history» στις επόμενες μέρες αποσιωπήθηκε τελείως από τα ΜΜΕ.

Η παράνοια αποστασιοποίησης από την μεριά ομιλητών και ομιλητριών του Attac δεν μας προκάλεσε απορείες. Πολύ σημαντικότερο για την συζήτηση είναι ότι η βάση του Attac απόρριψε την απόπειρα διάσπασης από τους Peter Wahl, Pedram Shahyar και Sabine Leidig από τον κύκλο συντονισμού του Attac στην κατασκήνωση του Ροστόκ, που προσπάθησαν να επιβάλουν ένα μπλόκο του Attac οριοθετημένο από το μπλοκ G8 και σε πλήρη συνεννόηση με την αστυνομία. Αυτή η διάσπαση παρεμποδίστηκε από τους ακτιβιστές και τις ακτιβίστριες της βάσης.

Νέες για μας ήταν και είναι οι σφοδρές αποστασιοποιήσεις από εκπροσώπους του αριστερού ριζοσπαστικού χώρου. Σίγουρα ένα σημείο μέγιστης κατάπτωσης υπήρξε η ανάλυση του Christoph Kleines (IL ομιλητή του μπλοκ G8, AVANTI) για αυτούς που συμμετείχαν «Ήταν ένα άγριο μείγμα από χούλιγκαν, νεαρούς της περιοχής, και ανθρώπους από το εξωτερικό» (Welt 4. 6. 07). Ακόμα περισσότερο προσανατολισμένη προς την δυσφήμηση ήταν η θεωρία της απολυταρχίας για αρχάριους του Monty Schädel (διευθυντή του DFG-VK και συνδιοργανωτή των διαμαρτυριών ενάντια στην G8, ενός από τους υπεύθυνους για την πορεία στις 2 του Ιούνη). Σύγκρινε τις εικόνες με το πογκρομ που οργάνωσαν οι φασίστες στο Lichtenhagen του Ροστόκ ενάντια σε μετανάστες το 1992:
«Το ότι τώρα αυτές τις εικόνες που ακριβώς σαν συμμαχία του Ροστόκ θέλαμε να αποφύγουμε, την επανάληψη τέτοιων εικόνων που είχαμε ήδη το 1992 στο Ροστόκ με την επίθεση σε σπιτι προσφύγων, έχουμε πάλι στο Ροστόκ, αυτό είναι μια μεγάλη αποτυχία, είναι αυτό που δεν θέλαμε, αυτό που δεν προετοιμάστηκε από εμάς, κάτι που δεν επιδοκιμάζουμε με κανένα τρόπο» (ZDF στις 3. 6. 07 και Link στο Indymedia με την συνέντευξή του στις 3. 6. 07).

Ένας ομιλητής επίσης της IL, o Tim Laumeyer από την ALB μια αριστερή ριζοσπαστική ομάδα από το Βερολίνο, προσπάθησε για μια αποστασιοποίηση και δικαιολογημένες συγγνώμες.
«Στο τέλος η κατάσταση κλιμακώθηκε σε ένα βαθμό, που δεν θέλαμε και που ξεκάθαρα καταδικάζουμε» (Junge Welt, 5.6.) ή επίσης «Οι ταραχοποιοί ήταν μόνο μια μικρή μειοψηφία, δεν θέλουμε την βία» (Mopo, 4. 6.) και «Μια κλιμάκωση όπως στο Ροστόκ δεν επιτρέπεται να επαναληφθεί» (Vanity Fair, dpa, 6.6.) Εδώ δεν γίνεται μόνο μια πολιτική αποστασιοποίηση αλλά μια υιοθέτηση χωρίς σκέψη κυρίαρχων ορολογιών και τελικά με αυτό τον τρόπο αποπολιτικοποιείται, όπως όταν η συζήτηση περιστρέφεται γύρω από «ταραχοποιούς». Είναι ενδιαφέρον να παρατηρηθεί ότι ορισμένοι ομιλητές της IL αποστασιοποιήθηκαν στο Ροστόκ από τα μαχητικά γεγονότα και τις συγκρούσεις με την κρατική εξουσία, ενώ τουλάχιστον ένα μέρος της IL συμμετείχε με απόλαυση στις ταραχές. Στο μεταξύ υπήρξαν από διαφορετικές πλευρές συγγνώμες και εξηγήσεις για τις αποστασιοποιήσεις (π.χ. ALB στο http://www.anifa.de/cms/content/view/564/32/). Αυτό είναι κάτι καλό.

Εδώ υπήρξαν επαρκείς στόχοι και σημεία για να επιτεθούμε στον καπιταλισμό και από την άλλη πλευρά θα έμπαιναν σε κίνδυνο λιγότεροι «άσχετοι». Αλλά απ’ ό,τι φαίνεται αυτό δεν ήταν σχεδιασμένο ή επιθυμητό. Πολύ αργότερα υπήρξε μια νέα απόπειρα από καμιά εκατοστή με σκεπασμένα πρόσωπα να μπουν στο κέντρο της πόλης, το οποίο πέτυχε μέχρι την πρώτη τράπεζα, της οποίας και σπάστηκαν οι βιτρίνες.

Εδώ έλλειπε και πάλι ένα καινούργιο σημείο συνάντησης για να συνεχίσουμε. Η επίθεση στο ξεχωριστό αστυνομικό αυτοκίνητο (http://www.youtube.com/watch?v=vDqThVpu1AM), με αυτή την μορφή, είναι συζητήσιμη. Πολλοί αγωνιστές κριτικάρουν το ότι μετά το τζάμι του αυτοκινήτου κτυπήθηκαν και οι δυο μπάτσοι, που δεν φορούσαν κράνη και ήταν απροστάτευτοι, με πέτρες και λοστάρια. Δεν μπορούσε να αποφευχθεί και ένας βαρύς τραυματισμός. Τουλάχιστον ένα μέρος από εμάς εκπροσωπεί την άποψη ότι με αυτό ξεπεράστηκαν τα όρια της θεμιτής μαχητικότητας, γιατί ο στόχος μας δεν είναι να τραυματίσουμε (βαριά) αστυνομικούς υπαλλήλους.

Κατά τις επακόλουθες ταραχές στο λιμάνι του Ροστόκ, πάρα πολλοί σύντροφοι και συντρόφισσες καθώς και άσχετοι τραυματίστηκαν από δικές μας πέτρες και μπουκάλια. Πρέπει να βρεθούν τρόποι ώστε να μην τραυματίζονται άνθρωποι από ρίψεις από τις πίσω σειρές. Για ανθρώπους που δεν έχουν όρεξη για μια τέτοια αντιπαράθεση, πρέπει να είναι δυνατή μια οργανωμένη υποχώρηση. Σε μια υπεύθυνη αγωνιστικότητα ανήκει επίσης να πιούμε το μπουκάλι με την μπύρα το προηγούμενο βράδι και όχι στην πορεία. Εδώ χρειάζεται όλοι να απευθυνθούμε σε ανθρώπους που πίνουν στις πορείες! Πρέπει να παραδεχτούμε ότι δεν είμαστε πολύ μπροστά όσον αφορά την οργάνωση υπεύθυνης μαχητικότητας. Αυτό είναι δύσκολο και όχι κάτι απαραίτητα αναμενόμενο στο Ροστόκ, εντυπωσιαστήκαμε όλοι μας πράγματι με το πόσο πολλοί είμαστε. Η ελλιπής πείρα δεν πρέπει να αποτελέσει λόγο να παρατήσουμε τις μαχητικές πορείες.

Πολύ περισότερο είναι απαραίτητη μια νέα κουλτούρα των διαδηλώσεων ώστε η μαχητικότητα 1. να γίνει αποδεκτή, 2. ασφαλέστερη για όλους και όλες και 3. περισσότερο πετυχημένη. Και αυτό μπορεί να συμβεί μόνο όταν κατόπιν δεν καμαρώνει κάποιος με το «ήμουν κι εγώ εκεί και μετά τους μπάτσους τους....», αλλά χρειάζεται μια αντιπαράθεση πάνω στην μαχητικότητα, και αυτό μπορεί για παράδειγμα να γίνει μέσα από τέτοια κείμενα, να γίνουν συζητήσεις σε συνελεύσεις των αυτονόμων κατά την προετοιμασία της επόμενης πορείας κλπ. Αλλά είναι επίσης και μια πρόσκληση για μια καλύτερη μαχητική οργανωτικότητα.

Τα σπαθιά σε αλέτρια και τις πέτρες σε μηνύματα....

Δεν φτάνει μόνο να οργανωθούν καλύτερα οι ίδιες οι ενέργειες αλλά και η διάδοσή τους. Ο κανόνας της «προπαγάνδας της πράξης» μπορεί να είναι σωστός όταν κατορθώνουμε να επιτεθούμε σε σύμβολα της καπιταλιστικής κυριαρχίας, Μερικές φορές, όπως επίσης και στο Ροστόκ, αυτό δεν ισχύει. Μετά το Σάββατο δεν κατορθώσαμε με μεταδώσουμε την θεμιτότητα της μαχητικής αντίστασης ενάντια στις βίαιες κρατικές και καπιταλιστικές σχέσεις.

Αυτό έxει σίγουρα να κάνει πολύ με την πιθανή καταστολή. Υπήρξαν πολλές προτάσεις για συνεντεύξεις ενός ή μιας που πήραν μέρος στις ταραχές για να σταθούν μπροστά στις κάμερες. Δόθηκε η ευκαιρία να διαδώσουμε μέσα από τα ΜΜΕ τα κίνητρά μας και τα περιεχόμενά μας, αλλά γενικά έλλειψαν οι άνθρωποι που είτε θα τολμούσαν ή που ακόμα και θα ήθελαν να κάνουν κάτι τέτοιο. Αυτό ισχύει και για την ομάδα τύπου της κατασκήνωσης του Campinsky, που ελεγχόταν από ανθρώπους του αυτόνομου χώρου. Ακόμα και η «δική μας» ομάδα τύπου αγνόησε διάφορες δηλώσεις, όπως για παράδειγμα των ανακοίνωση των «διεθνών ταξιαρχιών» („Internationalen Brigaden“, http://dissent-archive.ucrony.net/dissentnetwork/node/3040) που δημοσιεύτηκε στο Indymedia στις 6 του Ιούνη. Το ίδιο και με την ανακοίνωση του Black Barrio (http://www.gipfelsoli.org/Newsletter/Militanz/2709.html) από την κατασκήνωση του Redelich σαν αντίδραση στις κατηγορίες και τις αποστασιοποιήσεις της κορυφής της ηγεσίας του Attac.

Φάνηκε πόσο σημαντικό είναι να χρησιμοποιήσουμε καλύτερα τις δικές μας δομές όπως το Indymedia και τα ελεύθερα ραδιόφωνα. Αυτό περιλαμβάνει μια ευρεία συζήτηση μέσα στον αριστερό ριζοσπαστικό χώρο για την στάση απέναντι στα ΜΜΕ και το ζήτημα για τον ρόλο τους σαν «τέταρτη εξουσία μέσα στο κράτος». Σε τελική ανάλυση εμφανίζονται στα ΜΜΕ οι παλιές γνωστές φάτσες, των οποίων η τοποθέτηση ήταν βέβαια μια αγαθοεργία μετά την υστερία των ΜΜΕ, η οποία τοποθέτηση όμως έγινε από μόνη της, χωρίς κάποια σχέση με κάποια ομάδα.

Θεωρούμε, σαν θέμα αρχής πολύ σημαντικότερο, να διαδίδουμε γνώμες ομάδων που έχουν συζητηθεί συλλογικά, αντί για αυτές τις εκτιμήσεις που κατασκευάζουν ξεχωριστά άτομα, στην πλειοψηφία τους άντρες, από μόνα τους. Αυτή είναι είναι τουλάχιστον η αρχή μας για ένα ανταγωνιστικό κίνημα. Ο στόχος είναι να εκτιμήσουμε και να δημοσιοποιήσουμε από κοινού τα γεγονότα του Ροστόκ, και να μην το αφήσουμε αυτό σε κάποιους αυτόκλητους ή επίσης ανακηρυγμένους ομιλητές. Αυτό δυστυχώς συνέβηκε γενικά.

Ακόμα και η εφημερίδα του αριστερού χώρου „analyse und kritik“ έδωσε χώρο για προσωπικές δηλώσεις και εκτιμήσεις κύρια μόνο σε άντρες: από τους Sven Giegold (ATTAC), Olaf Bernau (no lager), Thomas Seibert (IL), Christoph Kleine (IL), Michael Kronawitter, Tim Laumeyer (ALB), Ulrich Brand (BUKO), Dario Azzelini (FELS), μέχρι τον Raul Zelik και τον Geronimo. Αυτό για μας είναι ένα βήμα προς τα πίσω. Το ίδιο φαίνεται με το γεγονός ότι κύρια άντρες επιτρεπόταν ή θέλαν να πουν την γνώμη τους, δεν ήταν ούτε σύμπτωση ούτε και μια έκφραση ψαγμένων συζητήσεων ενάντια στην πατριαρχία. Δεν θέλουμε απερίσκεπτα να υποθέσουμε όλα αυτά, αλλά σκεπτόμαστε βέβαια, ότι δεν υπήρξε σε σχέση με αυτό, τουλάχιστον η απαραίτητη ευαισθησία.

Τελικά μια αναφορά στον ίδιο τον εαυτό μας. Το ότι θα συνέβαιναν ταραχές δεν το ελπίζαμε μόνο, αλλά και το θέλαμε. Η αντίδραση των ΜΜΕ ήταν αναμενόμενη. Με την απουσία μιας στάσης από μέρους μας αφήσαμε το πεδίο ελεύθερο στους ομιλητές των μη κυβερνητικών οργανώσεων, στο Attac και την IL (παρεμβατική αριστερά), πράγμα που οδήγησε σε αποστασιοποιήσεις. Αυτό το δίλημμα πρέπει να το θέσουμε στον εαυτό μας, συζητήσεις για την μετάδοση της μαχητικής πρακτικής στις διαδηλώσεις και την σχέση με τα ΜΜΕ, είναι επειγόντως απαραίτητες.

Το κατάλληλο ντύσιμο για την κατάλληλη στιγμή

Αν και ο ίδιος επιμένει να το αγνοεί, επιβεβαιώθηκαν οι υποθέσεις του Ulrich Brand: «Υποψιάζομαι (δεν το γνωρίζω και δεν θέλω να το γνωρίζω!) ότι στο Black Block συμπορεύονται ή ακόμα και δραστηριούνται άνθρωποι που συνήθως κινούνται σε παρόμοιες πολιτικές συσπειρώσεις, όπως και οι υπόλοιποι που συμμετέχουν στην πορεία. Η μαχητικότητα στις πορείες δεν συνιστά καμιά ταυτότητα – τουλάχιστον δεν θα έπρεπε – αλλά είναι μια μορφή δράσης με ισχυρά και αδύνατα στοιχεία όπως επίσης και κάθε άλλη μορφή δράσης. Κάποτε είναι χρήσιμη και κάποτε όχι. Στο Ροστόκ ήταν χρήσιμη για να δωθεί στην αντίσταση ενάντια στην G8 μια ασυμβίβαστη νότα.

Για μια χειραφετησιακή αγωνιστική αντίσταση

”There must be a better world somewhere” (BB King)
(Κάπου πρέπει να υπάρχει ένας καλύτερος κόσμος)

United Colors of Resistance, 01. 08. 2007.